Βιολογία, ανάπτυξη και ανίχνευση ηλικίας του χταποδιού (Octopus vulgaris)

Η παρούσα βιβλιογραφική ανασκόπηση παραθέτει τα πιο πρόσφατα δεδομένα σχετικά με τη βιολογία, την ανάπτυξη και την ανίχνευση ηλικίας του χταποδιού (Octopus vulgaris), ανατρέχοντας σε μελέτες που πραγματοποιήθηκαν από το 2002 έως το 2014.
Κείμενο: Giovanni Bianchini
Φωτογραφίες: Enrico Marino
Sponsored by Dacor Advertising & Media
Το χταπόδι (επιστημονική ονομασία: Octopus vulgaris) είναι ένας ευκαιριακός, βενθικός θηρευτής που ανήκει στην τάξη των κεφαλόποδων και συναντάται σε ποικίλους οικοτόπους όπως κοραλλιογενείς υφάλους, κοραλλιογενή χαλίκια, θαλάσσια βλάστηση, βραχώδεις υφάλους και, περιστασιακά, σε αμμώδεις και λασπώδεις πυθμένες. Το κεφαλόποδο αυτό συνήθως συνδέεται με κάποιο είδος δομής για την κατοικία του, όπως βράχοι, χαλίκια, κοχύλια, σφουγγάρια, κοράλλια, θαλάσσια βλάστηση ή τεχνητές κατασκευές.
To χταπόδι κολυμπάει από την ακτογραμμή μέχρι την άκρη της υφαλοκρηπίδας αν και αλιεύματα κάτω των 200 μέτρων βάθους είναι σπάνια, καθώς περιορίζονται κυρίως σε βάθη μικρότερα των 100 μέτρων, με μέγιστη πυκνότητα σε περιοχές κάτω των 50 μέτρων βάθους (Katsanevakis & Verriopoulos, 2006· Belcari κ.ά., 2002). Το είδος κατανέμεται στη Μεσόγειο Θάλασσα και τον ανατολικό Ατλαντικό Ωκεανό συμπεριλαμβανομένης της Θάλασσας του Αλμποράν, με μέγιστη αφθονία στα νερά της Σαρδηνίας και του Μαρόκο (Belcari κ.ά., 2002).
Το μέσο μέγεθος της κεφαλής του Octopus vulgaris κυμαίνεται από 3 έως 20 cm και το μέσο βάρος έως 3 kg. Τα μεγαλύτερα χταπόδια του είδους μπορούν να φθάσουν τα 25-27 cm σε μήκος κεφαλιού, συνολικό μήκος 130 cm και βάρος έως 10 kg. Τέτοια χταπόδια υπάρχουν μεν, αλλά σε πολύ μικρό ποσοστό. Η προτιμώμενη θερμοκρασία νερού κυμαίνεται μεταξύ 10 και 29 °C, με μέσο όρο τους 25,8 °C (Sealifebase, 2025).
Το χταπόδι συνήθως τρέφεται με καρκινοειδή, δίθυρα και γαστερόποδα. Αφού τραφεί, το κεφαλόποδο «στολίζει» τη φωλιά του με υπολείμματα θηραμάτων, τα οποία συμβάλλουν στη μείωση του ανοίγματος της φωλιάς, εμποδίζοντας έτσι την είσοδο αρπακτικών στη φωλιά.
Το είδος αυτό, όπως και όλα τα κεφαλόποδα, έχει μικρή διάρκεια ζωής και υψηλό ρυθμό ανάπτυξης. Η περίοδος ωοτοκίας στην ανατολική Μεσόγειο συμβαίνει, γενικά, σε δύο περιόδους: μία κύρια περίοδο κατά τα τέλη του χειμώνα/αρχές της άνοιξης εν όψει της καλοκαιρινής εγκατάστασης, και μία δεύτερη κατά τα τέλη του καλοκαιριού/αρχές του φθινοπώρου (μήνες Αύγουστο και Σεπτέμβριο) για την ύστερη φθινοπωρινή εγκατάσταση (Katsanevakis & Verriopoulos, 2006). Πράγματι, είναι γνωστό ότι το είδος αυτό πραγματοποιεί εποχιακές μεταναστεύσεις, με μεγάλα ώριμα ή ωριμάζοντα χταπόδια να μεταναστεύουν στην ακτή στις αρχές της άνοιξης, ακολουθούμενα από μικρότερα, ανώριμα χταπόδια. Οι δύο αυτές ομάδες ξεκινούν την κάθοδό τους σε βαθύτερα νερά κατά τους μήνες Αύγουστο/Σεπτέμβριο και Νοέμβριο/Δεκέμβριο αντίστοιχα. Γενικά (στις περιοχές της Μεσογείου και του ανατολικού Ατλαντικού), η κύρια περίοδος ωοτοκίας κατά την άνοιξη-καλοκαίρι ευθύνεται για την εμφάνιση νεαρών χταποδιών το φθινόπωρο (Gonzales κ.ά., 2011· Garofalo κ.ά., 2010). Τα θηλυκά του είδους, των οποίων το σύνηθες βάρος κατά την αναπαραγωγική περίοδο είναι μεταξύ 1 και 1,5 kg, χρειάζονται βραχώδη υποστρώματα όπου μπορούν να γεννήσουν αυγά (Gonzales κ.ά., 2011). Έδώ πρέπει να σημειώσουμε πως η διαδικασία της ωοτοκίας καταλήγει στο θάνατο του χταποδιού.
Τα νεαρά χταπόδια, με μήκος κεφαλιού 5-6 cm, σε ορισμένες περιπτώσεις αντιπροσωπεύουν ακόμη και το 50% του συνολικού πληθυσμού του είδους, ενώ συσχέτιση έχει παρατηρηθεί μεταξύ των νεαρών δειγμάτων και της θερμοκρασίας του θαλασσινού νερού (Garafalo κ.ά., 2010).
Όσον αφορά στη σεξουαλική ωριμότητα, αξίζει να αναφερθεί ότι τα αρσενικά χταπόδια ωριμάζουν νωρίτερα από τα θηλυκά, με 9,67 cm ως το μικρότερο μήκος κεφαλιού ενός ώριμου αρσενικού. Αντίθετα, για τα θηλυκά, η ωριμότητα επιτυγχάνεται στα 14,38 cm. Επομένως, ένας πληθυσμός είναι πλήρως ώριμος φθάνοντας σε μήκος κεφαλιού 14-15 cm (Gonzales κ.ά., 2011).
Στη Μεσόγειο Θάλασσα, το χταπόδι αποτελεί το σημαντικότερο είδος κεφαλόποδου που διατίθεται στο εμπόριο με υψηλές τιμές σε όλες τις περιοχές της κατανομής του. Συγκεκριμένα, το κοινό χταπόδι είναι είδος σημαντικό τόσο για την ερασιτεχνική όσο και τη βιομηχανική αλιεία πολλών χωρών, καθώς αλιεύεται με τράτες, κιούρτους, παγίδες, δολώματα, αγκίστρια και πετονιές, διαφόρων ειδών δίχτυα, ψαροτούφεκα, κ.λπ. (Katsanevakis & Verriopoulos, 2006).
Τα αλιεύματα υποδεικνύουν έντονη εποχικότητα ως συνέπεια του κύκλου ζωής του είδους. Πράγματι, τα μικρότερα χταπόδια αλιεύονται τόσο από τράτες όσο και από ερασιτέχνες αλιείς κατά την περίοδο του φθινοπώρου (λόγω των νεαρών χταποδιών και της επακόλουθης ταχείας ανάπτυξής τους), ενώ το μέγεθος των αλιευμάτων αυξάνεται σταδιακά μέχρι την κορύφωση της άνοιξης-καλοκαιριού. Κατά τους πρώτους μήνες του έτους παρατηρείται μείωση των αλιευμάτων χταποδιών από τράτες, ενώ αντίθετα, οι ερασιτέχνες αλιείς τείνουν να αυξάνουν τις ποσότητες των αλιευμάτων τους (κυρίως ώριμα χταπόδια που μεταναστεύουν προς ρηχά νερά για λόγους ωοτοκίας).
Από το Μάιο έως το Σεπτέμβριο, σημειώνεται μείωση στα αλιεύματα και των δύο τύπων ψαρέματος. Πράγματι, κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής, η μετανάστευση των χταποδιών συνεχίζεται προς τα παράκτια ύδατα και τα αναπαραγόμενα χταπόδια αρχίζουν να πεθαίνουν μετά την εκκόλαψη των αυγών τους (θηλυκά) ή μετά το ζευγάρωμα (αρσενικά), με τα μεγάλα δείγματα να εξαφανίζονται σταδιακά κατά τους μήνες Αύγουστο-Σεπτέμβριο (Gonzales κ.ά., 2011). Το Octopus vulgaris έχει υψηλή γονιμότητα, με μέσο όρο τα 100.000-600.000 αυγά (Vidal κ.ά., 2014). Τέλος, σημειώνεται πως η διάρκεια ζωής του κεφαλόποδου αυτού εκτιμάται μεταξύ 12 και 18 μηνών, δηλαδή μεταξύ ενός και 1,5 έτους (Gonzales κ.ά., 2011).
Βιβλιογραφία:
Belcari, P., Cuccu, D., Gonzales, M., Srairi, A., Vidoris, P. 2002. Distribution and abundance of Octopus vulgaris Cuvier, 1797 (Cephalopoda: Octopoda) in the Mediterranean Sea. Scientia Marina, 66: 157-166
Canali, E., Ponte, G., Belcari, P., Rocha, F., Fiorito, G. 2011. Evaluating age in Octopus vulgaris: estimation, validation and seasonal differences. Marine Ecology Progress Series 441: 141–149, 2011
Garofalo, G., Ceriola, L., Gristina, M., Fiorentino, F., and Pace, R. 2010. Nurseries, spawning grounds and recruitment of Octopus vulgaris in the Strait of Sicily, central Mediterranean Sea. 2010 International Council for the Exploration of the Sea. Published by Oxford Journals
Gonzales, M., Barcala, E., Perez-Gil, J.L., Carrasco, M.N.,Garcia-Martinez, M.C. 2011. Fisheries and reproductive biology of Octopus vulgaris (Mollusca: Cephalopoda) in
the Gulf of Alicante (Northwestern Mediterranean). Mediterranean Marine Science, 12/2, 2011, 369-389
Katsanevakis, S. & Verriopoulos, G. 2006. Seasonal population dynamics of Octopus vulgaris
in the eastern Mediterranean. Journal of Marine Science, 63: 151e160
Vidal, E.A.G., Villanueva, R., José P. Andrade, J.P., Gleadall, I.G., Iglesias, J., Koueta.N., Rosas, C., Segawa, S., Grasse, B., Franco-Santos, R.M., Albertin, C.B., Caamal-Monsreal, C., Chimal, M.E., Edsinger-Gonzales, E.E., Gallardo, P., Le Pabic, C., Pascual, C., Roumbedakis, K., Wood, J. 2014. Chapter One - Cephalopod Culture: Current Status of Main Biological Models and Research Priorities. Advances in Marine Biology: Volume 67, Pages 1-98